Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

Η συνέντευξη του Φώτη Δήμου στην εφημερίδα "Ελευεροτυπία"


Ήμουν και γω στις 11 Μάη εκεί. Όπως και πολλοί από μας. Ήμουν στο πέσιμο. Είδα τους μπάτσους να με κλείνουν σαν τις Συμπλιγάδες πέτρες και σαν σε στρατόπαιδο συγκέντρωσης να περνάμε ανάμεσά τους και να μας βαράει ο καθένας μιά γκλομπιά. Εγώ προφανώς είχα καλύτερη τύχη. Άδειος και γω όπως ο Φώτης Δήμου, ούτε με πιάσανε, ούτε μου φορτώσανε μολότοφ. Εκείνη τη μέρα δεν ήταν απλά η μέρα μου. Τέτοια καταστολή δεν είχα ξαναδεί στη ζωή μου και δεν πιστεύω ότι θα δω για πολύ καιρό ακόμα.
Άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί. Ένας απ'αυτούς και ο δότης αίματος για τους αστυνόμους της ομάδα ΔΙΑΣ που δολοφονήθηκαν, Φώτης Δήμου.
Μετά της περιπέτειά του στις φυλακές, ενώ υπήρχε υλικό που τον αθώωνε από τις πρώτες ώρες της σύλληψής του, για πάνω από 50 μέρες, δίνει μία συνέντευξη στην Εφημερίδα Ελευθεροτυπία και μιλάει για το νέο κατασκεύασμα της ελληνικής αστυνομίας.

«Στη φυλακή μ' έπνιξε το άδικο
. Ένιωθα ένα βάρος στο στήθος. Φώναζα με όλη μου τη δύναμη ότι δεν έκανα τίποτα. Δίχως να μ' ακούει κανείς. Οι κρατούμενοι μου φέρθηκαν καλά. Ακόμα και οι ποινικοί: "Μην τους φοβάσαι" μου έλεγαν. "Δες το σαν εμπειρία και κράτα τα θετικά. Θα τελειώσει" έλεγαν. Με τους δεσμοφύλακες δεν είχα επαφή. Αυτοί κλείδωναν, ξεκλείδωναν. Οι συνθήκες κράτησης ήταν άθλιες».

Δεν μπορεί να ξεχάσει την ημέρα της σύλληψής του: «Η 11η Μαΐου έχει χαραχτεί στο μυαλό μου. Όπως και οι εικόνες από την αναίτια επίθεση των ΜΑΤ, τον ξυλοδαρμό μου και ειδικά τη στιγμή που ακουμπούν δίπλα μου το σακίδιο. Έλεγα ότι δεν κρατούσα τίποτα κι οι ΜΑΤάδες απαντούσαν: «Δεν πειράζει. Ένα δωράκι είναι. Σκάσε"».

Στη φυλακή, σκεφτόταν διαρκώς πότε θα τελειώσει επιτέλους αυτό το μαρτύριο, δίνοντας και παίρνοντας κουράγιο από τους συγκρατουμένους του. Επισημαίνει όμως ότι οι συνθήκες ζωής ήταν άθλιες. Κρατούταν σε κελί για ένα άτομο μαζί με άλλους τρεις κατηγορούμενους για ληστείες. Παρ’ όλ’ αυτά, αυτοί ήταν που τον στήριξαν.

Σήμερα στο μυαλό του γυρίζει συνεχώς ένα αναπάντητο ερώτημα:«Για ποιο λόγο οι αστυνομικοί μου έστησαν αυτή την ιστορία», ενώ ζει με το φόβο ότι μπορεί να ξαναζήσει την εμπειρία της φυλακής.

Όμως, δεν πτοείται και δηλώνει πως δεν θα σταματήσει να διεκδικεί, θα συνεχίσει να φωνάζει για να ακούγεται η αλήθεια. Επιμένει πως ο κόσμος δεν πρέπει να τρομοκρατείται. Αλλά πρέπει να γνωρίζει πως «μπορούν να φορτώσουν τσάντες με μολότοφ στον καθένα μας. Βλέπουν τους διαδηλωτές σαν εχθρούς. Κινούνται με το σκεπτικό "θα σε στείλω φυλακή επειδή διαδηλώνεις"».